- λουτροτεχνική
- ηιατρ. υγιεινοτεχνικός κλάδος με αντικείμενο την εφαρμογή τών γνώσεων τής λουτρολογίας για την προστασία και την καλύτερη αξιοποίηση τών ιαματικών υδάτων για θεραπευτικούς σκοπούς.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.